December 10, 1911
Φέτος, εξόχως ικανά πρόσωπα, έχουν προτείνει αρκετούς ανθρώπους των γραμμάτων ως υποψηφίους για το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας. Ανάμεσα σ' αυτούς πολλοί επέδειξαν τόσο σπουδαίες και ασυνήθιστες αρετές που ήταν πολύ δύσκολο να σταθμίσουμε τα σχετικά τους πλεονεκτήματα. Αυτή τη χρονιά, στην χορήγηση του βραβείου στον Μωρίς Μαίτερλινγκ που είχε προταθεί και άλλες φορές, κατά το παρελθόν, και είχε ληφθεί υπ' όψιν με σοβαρότητα, αποφασιστική σημασία για την Σουηδική Ακαδημία είχε, πρωτίστως, η προφανής πρωτοτυπία του και η μοναδικότητα του ταλέντου του ως συγγραφέα...
[....] Ο Μωρίς Μαίτερλιγκ ανήκει στους εκλεκτούς, του τομέα της ποίησης. Οι προτιμήσεις μπορεί να μεταβάλλονται αλλά η γοητεία του "Αγκλαβαίν και Σελυζέτ" (Aglavaine et Sélysette) παραμένει. Σήμερα η Σουηδία, η χώρα των σάγκα και των παραδοσιακών τραγουδιών, προσφέρει το παγκόσμιο βραβείο στον ποιητή που μας έκανε να αισθανθούμε τις τρυφερές δονήσεις της μελωδίας που κρύβεται στις καρδιές των ανθρώπων. - C.D. af Wirsén
O
Μωρίς Μαίτερλιγκ [Count Maurice (Mooris) Polidore Marie Bernhard Maeterlinck, 1862-1949] γεννήθηκε στις 29 Αυγούστου 1862 στην Γάνδη, από πλούσια αστική οικογένεια της πόλης. Το 1890 δημοσιεύει το πρώτο θεατρικό του έργο, "Πριγκίπισσα Μαλέν". Πρόκειται για ένα από τα οκτώ έργα του, μέχρι το 1894, με τα οποία θα δημιουργήσει ένα θέατρο της ψυχής, όπως το πρεσβεύει ο συμβολισμός σ' αυτήν την νέα θεατρική φόρμα. Τρεις αρχές κυριαρχούν: το στατικό δράμα (πρόσωπα ακίνητα, παθητικά και δεκτικά του αγνώστου), το υψηλό πρόσωπο (που συχνά ταυτίζεται με τον θάνατο, είναι η μοίρα ή το πεπρωμένο, κάτι πιο σκληρό ίσως κι απ' τον θάνατο), η καθημερινότητα του τραγικού (απουσία ηρωισμού, το απλό γεγονός να ζει κανείς ένα τραγικό).
Την ίδια χρονιά γράφει τα θεατρικά "Η παρείσακτη" και "Οι τυφλοί", και το 1892, το "Πελλέας" και "Μελισσάνθη", που θεωρείται το αναμφισβήτητο αριστούργημα του συμβολικού θεάτρου.
Το 1894 γράφει τα έργα "Εσωτερικό" και "Ο θάνατος του Τενταζίλ". Το 1902 γράφει το ιστορικό δράμα "Μόννα Βάννα", έπειτα από το οποίο θα ασχοληθεί λιγότερο με το θέατρο, ενώ η γραφή του, καθώς απομακρύνεται από την επίδραση του συμβολισμού, γίνεται πολύ πιο συμβατική, με στοιχεία ιστορικά, ψυχολογικά και θεαματικά.
Το 1907 μελοποιείται από τον Πωλ Ντυκά το έργο του "Αριάδνη και Κυανοπώγων".
Το 1908 γράφει το "Γαλάζιο πουλί" (δραματικό παραμύθι για παιδιά) το οποίο ανεβάζει πρώτος ο Στανισλάβσκι στο Θέατρο Τέχνης της Μόσχας.
Το 1910 αρνείται να πολιτογραφηθεί Γάλλος προκειμένου να γίνει δεκτός στη Γαλλική Ακαδημία ενώ το 1911 του απονέμεται το Νόμπελ Λογοτεχνίας.
Τα έργα του μεταφράζονται αμέσως. Κανείς βέλγος δραματουργός δεν γνώρισε μεγαλύτερη από αυτόν διεθνή απήχηση. Πέθανε στην Νίκαια στις 5 Μαΐου 1949.
(- από την βιβλιοnet)
*
- βιογραφικό και επιλεγμένη εργογραφία από την wikipedia
φωτογραφία: georgeminne.vlaamsekunstcollectie.be
Από τα «Τρία Τραγούδια»
Οι έξι κόρες της νεράιδας,
Μόλις, θάνατε, την πήρες,
Οι έξι κόρες της νεράιδας
Έψαξαν να βρουν τις θύρες,
Άναψαν τους έξι λύχνους,
Άνοιξαν τους πύργους πέρα,
Σάλες άνοιξαν τρακόσες,
Δίχως να ‘βρουν την ημέρα.
Στα γλυκόηχα σπήλαια φτάνουν,
Κατεβαίνουν τότ’ εκεί,
Και σε μια κλεισμένη θύρα
Βρίσκουνε χρυσό κλειδί.
Τον Ωκεανό απ’ τες τρύπες
Βλέπουν, τρέμουν μη χαθούν,
Και χτυπούν στην κλειστή θύρα,
Και ν’ ανοίξουν δεν τολμούν.
Μετάφραση: Κωστής Παλαμάς
- από την Νέα Εστία, τχ. 837
15 Μαϊου 1962
(αρχείο ΕΚΕΒΙ)
Σκοτεινή προσφορά
Τ’ ολέθριο έργο μου προσφέρω
Όμοιο με ινδάλματα νεκρών,
Φωτάει τη θύελλα η σελήνη
Στων τύψεων τη ζούγκλα εμπρός:
Τα ιόχρωμα φίδια του ονείρου
Στον ύπνο μου περισφιγμένα,
Γύρω απ’ τους πόθους μου ρομφαίες,
Λιοντάρια στον ήλιο πνιγμένα,
Μες των νερών τα βάθη κρίνα
Και χέρια για πάντα κλεισμένα,
Και μίσους πορφυρά στελέχη
Στα πένθη του έρωτα ανοιγμένα.
Κύριε, τα λόγια μου λυπήσου!
Κάμε η πικρή μου προσευχή
Και το φεγγάρι εκεί στη χλόη
Τη νύχτα να θερίσει αυτή!
Μετάφραση: Μηνάς Δημάκης
- από την Νέα Εστία, τχ. 837
15 Μαϊου 1962
(αρχείο ΕΚΕΒΙ)
Πελλέας και Μελισσάνθη
Πρώτη πράξη, Σκηνή ΙΙ -
Δάσος. Η Μελισσάνθη βρίσκεται στην άκρη μιας πηγής. Εισέρχεται ο Γκολώ.
Γκολώ: Ποτέ δεν θα μπορέσω να ξαναβγώ από αυτό το δάσος - Ο Θεός ξέρει πού με οδήγησε αυτό το θηρίο. Κι όμως πίστευα πως το είχα πληγώσει μέχρι θανάτου' κι εδώ έχει ίχνη από αίμα. Αλλά τώρα το έχασα απ' τα μάτια μου' νομίζω πως χάθηκα - τα σκυλιά μου δεν μπορούν πια να με βρουν - θα γυρίσω από εκεί που ήρθα... - ακούω κλάματα... Ω! Ω! τι είν' εκεί πέρα στου νερού την άκρη; Μια νεαρή κοπέλα κλαίει στο χείλος του νερού; [ξεροβήχει] - Δεν με ακούει. Δεν μπορώ να δω το πρόσωπό της. [πλησιάζει και αγγίζει την Μελισσάνθη στον ώμο.] Γιατί τόσο πολύ κλάμα; [η Μελισσάνθη τρέμει, τινάζεται ξαφνιασμένη και πάει να το σκάσει] Μη φοβάσαι. Δεν έχεις να φοβάσαι τίποτα. Γιατί κλαις εδώ ολομόναχη;
Μελισσάνθη: Mη με αγγίζεις! μη με αγγίζεις!
Γκ: Μην φοβάσαι, δεν θα σου κάνω κανένα... Ω, είσαι πανέμορφη!
M: Μην με αγγίζεις! μην με αγγίζεις! αλλιώς θα πέσω στο νερό!...
Γκ: Δεν θα σε αγγίξω... Δες, θα σταθώ εδώ, απέναντι στο δέντρο. Μη φοβάσαι. Σ' έχει πληγώσει κάποιος;
M: Ω! ναι! ναι! ναι!...
[κλαίει με βαθιά αναφιλητά]
Γκ: Ποιος σ' έχει πληγώσει;
M: Όλοι! όλοι!
Γκ: Τι κακό σου έχουν κάνει;
M: Δεν θα πω! Δεν μπορώ να πω!...
Γκ: Έλα' μην κλαις τόσο. Από πού έρχεσαι;
M: Το 'σκασα!...το 'σκασα... το 'σκασα...
Γκ: Ναι' αλλά από πού το 'σκασες;
M: Χάθηκα!... χάθηκα!... Ω! ω! χάθηκα εδώ... Δεν είμαι από αυτά τα μέρη... δεν γεννήθηκα εδώ...
Γκ: Από πού είσαι; Πού γεννήθηκες;
M: Ω! ω! πολύ μακριά από δω!... πολύ μακριά... πολύ μακριά...
Γκ: Τι λάμπει τόσο στο βυθό;
M: Πού; - A! είναι στο στέμμα που μου έδωσε. Έπεσε καθώς έκλαιγα...
Γκ: Στέμμα; - Ποιος ήταν αυτός που σου έδωσε ένα στέμμα; - Θα προσπαθήσω να το πιάσω...
M: Όχι, όχι- δεν το ανέχομαι άλλο! Σώνει!... Κάλιο να πεθάνω... να πεθάνω αυτή τη στιγμή...
Γκ: Μπορώ να το βγάλω εύκολα. Το νερό δεν είναι πολύ βαθύ.
M: Δεν το ανέχομαι άλλο! Αν το βγάλεις, θα ρίξω εμένα στη θέση του!...
Γκ: Όχι, όχι' θα το αφήσω εκεί Πάντως θα μπορούσα να το φθάσω χωρίς δυσκολία. Φαίνεται πολύ όμορφο. - Πάει καιρός που το 'σκασες;
M: Ναι, ναι!... Ποιος είσαι;
Γκ: Eίμαι ο Πρίγκηπας Γκολώ, - εγγονός του Αρκέλ, του γερο Βασιλιά του Αλλεμόντε...
M: Ω, έχεις κιόλας γκρίζα μαλλιά...
Γκ: Ναι, μερικά, εδώ, στους κροτάφους...
M: Επίσης και στην γενειάδα σου... Γιατί με κοιτάς έτσι;
Γκ: Κοιτάζω τα μάτια σου - Τα κλείνεις ποτέ;
M: Ω ναι, τα κλείνω τη νύχτα...
Γκ: Γιατί δείχνεις τόσο έκπληκτη;
M: Είσαι γίγαντας;
Γκ: Είμαι ένας άνδρας όπως οι άλλοι...
M: Γιατί έχεις έρθει εδώ;
Γκ: Ούτε κι εγώ ο ίδιος δεν ξέρω. Κυνηγούσα στο δάσος, με καταδίωξε ένας αγριόχοιρος. Πήρα λάθος δρόμο - Φαίνεσαι πολύ νέα. Πόσο είσαι;
M: Αρχίζω να κρυώνω...
Γκ: Θα 'ρθεις μαζί μου!
M: Όχι, όχι, θα μείνω εδώ...
Γκ: Δεν μπορείς να μείνεις εδώ ολομόναχη. Δεν γίνεται να μείνεις εδώ όλη νύχτα... Πώς σε λένε;
M: Μελισσάνθη.
Γκ: Δεν μπορείς να μείνεις εδώ, Μελισσάνθη. Έλα μαζί μου...
M: Θα μείνω εδώ...
Γκ: Θα τρομάξεις ολομόναχη... Δεν έχεις ιδέα τι μπορεί να συμβεί εδώ γύρω όλη νύχτα... ολομόναχη... δεν είναι δυνατόν... - Μελισσάνθη, έλα, δως μου το χέρι σου.
M: Ω μη με αγγίζεις!
Γκ: Μη φωνάζεις - Δεν θα σ' αγγίξω - Αλλά έλα μαζί μου! - Η νύχτα θα είναι πολύ σκοτεινή και κρύα. - Έλα μαζί μου!
M: Πού πας;
Γκ: Δεν ξέρω. Έχω χαθεί κι εγώ.
[τέλος σκηνής ΙΙ]
Μετάφραση: Ιωάννα Μοάτσου-Στρατηγοπούλου